- Βονιφάτιος
- I
Όνομα παπών της Ρώμης.1. Β. Α’ (; – 422). Πάπας της Ρώμης (418-422). Ήταν γιος ιερέα και η περιπετειώδης εκλογή του ως επισκόπου Ρώμης έδωσε την αφορμή για την οριστική διευθέτηση του τρόπου με τον οποίο θα έπρεπε να εκλέγονται στο μέλλον οι επίσκοποι. Πιο συγκεκριμένα, μετά τον θάνατο του επισκόπου Ρώμης Ζώσιμου (418), οι διεκδικητές του αξιώματος ήταν ο αρχιδιάκονος Ευλάλιος, ο οποίος με βάση την προτεραιότητα θα έπρεπε να προτιμηθεί για τη θέση αυτή, και ο Β., ο οποίος συγκέντρωνε σε προτίμηση την πλειοψηφία του κλήρου και των λαϊκών. Το ζήτημα της διαδοχής απασχόλησε τελικά τον ίδιο τον αυτοκράτορα Ονώριο που αποφάσισε με διάταγμα την αναγνώριση του Β. ως επισκόπου Ρώμης και έδωσε την έγκρισή του στην πρόταση του τελευταίου να κατοχυρωθεί το δικαίωμα του λαού και του κλήρου να εκλέγουν, σε ανάλογες περιπτώσεις αμφισβήτησης του επισκοπικού αξιώματος, τον υποψήφιο της αρεσκείας τους.2. Β. Β’ (; – 532). Πάπας της Ρώμης (530-532). Γοτθικής καταγωγής, εξελέγη πάπας από μια ομάδα κληρικών που εκπροσωπούσε τα συμφέροντα των Γότθων στους κόλπους της εκκλησίας. Η απόφαση αυτή προκάλεσε την αντίδραση της μερίδας εκείνης που αντιπροσώπευε τον ιθαγενή πληθυσμό και η οποία έσπευσε να αναγορεύσει πάπα τον Διόσκορο, προκαλώντας έτσι ζήτημα διαδοχής. Ο θάνατος όμως του Διόσκορου επέτρεψε στον Β. να κατοχυρώσει τη θέση του στο παπικό αξίωμα και να επιχειρήσει να εξασφαλίσει και για το μέλλον την κατοχή του παπικού θρόνου από γοτθικής καταγωγής κληρικό, συγκαλώντας ειδικά για το θέμα αυτό σύνοδο στον Άγιο Πέτρο. Η ενέργεια αυτή ξεσήκωσε τις αντιδράσεις της αντιγοτθικής παράταξης που με νέα σύνοδο ακύρωσε τις αποφάσεις της προηγούμενης, μεταξύ των οποίων ήταν και ο διορισμός του διακόνου Βιργιλίου ως διαδόχου του Β., και επαναβεβαίωσε το δικαίωμα του κλήρου και του λαού να εκλέγει με την ψήφο του τον νέο πάπα.3. Β. Γ’ (; – 607). Πάπας της Ρώμης (607). Γεννήθηκε στη Ρώμη και διετέλεσε για μεγάλο χρονικό διάστημα αντιπρόσωπος (αποκρισάριος) του πάπα Γρηγορίου του Μεγάλου στον αυτοκράτορα Φωκά στην Κωνσταντινούπολη. Αξιοποιώντας επιτήδεια τη φιλία του με τον βυζαντινό αυτοκράτορα, πέτυχε την έκδοση διατάγματος από αυτόν, σύμφωνα με το οποίο μόνο ο επίσκοπος Ρώμης είχε το δικαίωμα να φέρει τον τίτλο οικουμενικός και όχι, όπως συνέβαινε παλαιότερα, οι πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως. Ο Β. Γ’ αντιμετώπισε δραστικά το μόνιμο πρόβλημα της αμφισβήτησης του παπικού αξιώματος, με την επιβολή της ποινής του αναθεματισμού σε όποιον θα αποτολμούσε να ανακινήσει θέμα διαδοχής ενόσω ο εκάστοτε επίσκοπος βρισκόταν εν ζωή και με την έκδοση διατάγματος που όριζε ότι η κοινή συνέλευση του κλήρου και του λαού για την εκλογή νέου πάπα θα πρέπει να πραγματοποιείται τρεις μέρες μετά την ταφή του νεκρού επισκόπου.4. Β. Δ’ (; – 615). Πάπας της Ρώμης (608-615). Διαδέχτηκε στον παπικό θρόνο τον Β. Γ’ και κατάφερε να αποσπάσει την έγκριση του αυτοκράτορα Φωκά για τη μετατροπή του πάνθεου της Ρώμης σε χριστιανική εκκλησία. Στην εκκλησία αυτή μεταφέρθηκαν τα οστά πολυάριθμων αγίων (σύμφωνα με την παράδοση λέγεται ότι χρησιμοποιήθηκαν για τον σκοπό αυτό 18 αμάξια) και η μεγαλοπρεπής γιορτή που έγινε στα εγκαίνιά της καθιερώθηκε να λέγεται γιορτή των αγίων Πάντων και να τελείται κάθε χρόνο.5. Β. E’ (; – 625). Πάπας της Ρώμης (619-625). Καταγόταν από τη Νάπολη.6. Β. ΣΤ’ (; – 896). Πάπας της Ρώμης (896). Παρέμεινε στον παπικό θρόνο μόλις για 15 μέρες.7. Β. Ζ’ (; – 985). Πάπας της Ρώμης (974). Έναν μήνα μετά την εκλογή του ως αντίπαπα αντιμετώπισε την κατηγορία της οργάνωσης της δολοφονίας του προκατόχου του και κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη, κοντά στον πανίσχυρο αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή, όπου παρέμεινε έως τον θάνατο του αντικαταστάτη και αντιπάλου του Βενέδικτου Ζ’. Με αφορμή το γεγονός αυτό βρήκε την ευκαιρία να γυρίσει στη Ρώμη (983) με την πρόθεση να διεκδικήσει τον παπικό θρόνο. Ήδη όμως ο Όθων Β’ είχε σπεύσει να διορίσει διάδοχο του Βενέδικτου τον επίσκοπο της Παβίας και προσωπικό γραμματέα του Πέτρο, ματαιώνοντας έτσι τα σχέδια του Β. Ο τελευταίος, παρά τη δυσάρεστη τροπή που πήρε η κατάσταση γι’ αυτόν, δεν εγκατέλειψε τις φιλόδοξες επιδιώξεις του και περίμενε ευθετότερο χρόνο δράσης. Πράγματι, μετά από λίγους μήνες ο Όθων Β’ πέθανε και στη Ρώμη ξέσπασε στασιαστικό κίνημα που είχε ως αποτέλεσμα τη φυλάκιση του πάπα Ιωάννη ΙΔ’ (έτσι είχε στο μεταξύ μετονομαστεί ο προστατευόμενος του Όθωνα Πέτρος) και τη συγκέντρωση της εξουσίας στα χέρια του Κρεσκέντιου, ο οποίος εγκατέστησε στον παπικό θρόνο τον φίλο του Β. Ο θάνατος όμως του Ιωάννη ΙΔ’ στη φυλακή από δηλητηρίαση έδωσε στους εχθρούς του Β. την αφορμή να τον ενοχοποιήσουν και να στρέψουν τον λαό εναντίον του. Ο πάπας συνελήφθη από τον εξεγερμένο όχλο και, αφού διαπομπεύτηκε, θανατώθηκε και εκτέθηκε σε κοινή θέα.8. Β. Η’ (Ανάνι 1235; – Ρώμη 1303). Πάπας της Ρώμης (1294-1303). Επιφανής Ιταλός νομικός, ανέλαβε να αποκαταστήσει το κύρος και την υπεροχή του παπικού θρόνου στον χριστιανικό κόσμο. Με τη βούλα Clericis laicos (1296) απαγόρευσε στους ηγεμόνες να εισπράττουν φόρους από τους εκκλησιαστικούς και έτσι άρχισε η σύγκρουσή του με τον βασιλιά της Γαλλίας Φίλιππο Δ’ τον Ωραίο (1285-1314). Αφού κατέβαλε την αντίσταση των Κολόνα στη Ρώμη (1297) και ύστερα κήρυξε και ευλόγησε το πρώτο ιωβηλαίο (άφεση αμαρτιών) για το οποίο είχαν προστρέξει 20.000 προσκυνητές στη Ρώμη, επανέλαβε την πολεμική εναντίον του Φιλίππου Δ’ με μια δεύτερη βούλα (Ausculta fili, 1301) με την οποία τον καλούσε να τηρήσει την πρώτη, και με μια τρίτη, πιο επίσημη (Unam sanctam, 1302), η οποία επικύρωνε τα παπικά πρωτεία. Ο Φίλιππος όχι μόνο δεν υπάκουσε αλλά προσέφυγε στη συνέλευση των Τάξεων (1302), η οποία αναγνώρισε ότι ο βασιλιάς μόνο από τον Θεό είναι κατώτερος. Ο Β. αφόρισε τότε τον Φιλίππο. Σε λίγο όμως απεσταλμένοι του Φίλιππου επιτέθηκαν εναντίον του Β. μέσα στο ίδιο του το ανάκτορό του, στο Ανάνι, και τον αιχμαλώτισαν (7 Σεπτεμβρίου 1303). Τον υπερασπίστηκε όμως ο λαός και έτσι κατόρθωσε να επιστρέψει στη Ρώμη, όπου πέθανε ύστερα από έναν μήνα. Μετά τον Β. Η’, ο παπισμός μπήκε σε περίοδο κρίσης για να καταλήξει τελικά να υποταγεί στον Φίλιππο Δ’ με την εκλογή του Κλήμεντος Ε’ (1305) του πάπα της εξορίας της Αβινιόν.9. Β. Θ’ (1345 – 1404). Πάπας της Ρώμης (1389-1404). Καταγόταν από τη Νάπολη και πριν γίνει πάπας είχε χρηματίσει πρωτονοτάριος, καρδινάλιος διάκονος και καρδινάλιος ιερέας. Διαδέχτηκε στον παπικό θρόνο τον Ουρβανό ΣΤ’ και έγινε γρήγορα διαβόητος για τη φιλοχρηματία του και την αισχροκέρδειά του. Τάχθηκε με το μέρος του βασιλιά της Ουγγαρίας Λαδίσλαου στον αγώνα του κατά του Λουδοβίκου της Ανδηγαυίας και προσπάθησε, χωρίς όμως επιτυχία, να περιστείλει τη δύναμη της οικογένειας των Βισκόντι του Μιλάνου. Παρά το γεγονός ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον παπικό θρόνο δύο φορές, μπόρεσε τελικά να παραμείνει σε αυτόν, αντιμετωπίζοντας διαρκώς τις καταγγελίες για σιμωνία που διατυπώνονταν κυρίως από τους κληρικούς της αντιρωμαϊκής μερίδας.II
Ο πάπας Βονιφάτιος Η', χάλκινο άγαλμα των αρχών του 14ου αι. (Δημοτικό Μουσείο, Μπολόνια).
(Boniface, Ντεβονσάιρ, Αγγλία 675; – 754;). Άγιος της Δυτ. Εκκλησίας, ο επιλεγόμενος Απόστολος της Γερμανίας. Ο Β. σπούδασε στη μονή του Νέρσλινγκ της Αγγλίας (το κοσμικό του όνομα ήταν Γουίνφριντ) και από το 716 άρχισε την ιεραποστολική του δραστηριότητα στη Γερμανία (Φρισία, Θουριγκία, Έση). Το 722 χειροτονήθηκε επίσκοπος και το 731 αρχιεπίσκοπος, με έδρα από το 745 τη Μαγεντία. Βοήθησε, από κοινού με τον πάπα και τους βασιλιάδες Καρλομάγνο και Πεπίνο, στην ανασυγκρότηση της Φραγκικής εκκλησίας. Από το 753 ανέλαβε δεύτερη ιεραποστολική περιοδεία στη Φρισία, όπου σφαγιάστηκε από τους ειδωλολάτρες, μαζί με 53 συντρόφους του. Από τα έργα του σώζονται Επιστολές και Λόγοι.IIIΆγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ήταν δούλος της Αγλαΐδας κόρης του Ακάκιου, ανθύπατου της Ρώμης την εποχή του Διοκλητιανού. Ο Β. ήταν μέθυσος που έκανε έκλυτη ζωή, συμπαθούσε όμως τους χριστιανούς και, όταν πέθαιναν με μαρτυρικό θάνατο, φρόντιζε για την ταφή τους. Για το γεγονός αυτό, οι αρχές τον θεώρησαν ύποπτο και τον αποκεφάλισαν. Η μνήμη του τιμάται στις 19 Δεκεμβρίου.
Dictionary of Greek. 2013.